peinar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

peinar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "peinar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/peˈinar/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "peinar" σημαίνει την πράξη του χτενίσματος ή του βουρτσίσματος μαλλιών. Χρησιμοποιείται συχνά σε καθημερινές συνομιλίες, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της προσωπικής περιποίησης. Συχνότητα χρήσης: Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενο στον προφορικό λόγο, αλλά και σε γραπτά κείμενα που αναφέρονται σε θέματα σχετικά με την ομορφιά ή την υγιεινή.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. "Voy a peinarme antes de salir."
  2. "Θα χτενίσω τα μαλλιά μου πριν βγω."

  3. "Ella siempre se peina con cuidado."

  4. "Αυτή πάντα χτενίζει τα μαλλιά της προσεκτικά."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "peinar" χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά, όπως:

  1. "Peinar la muñeca"
  2. Σημαίνει ότι κάποιος είναι σε αποχή ή ότι δεν κάνει τίποτα παραγωγικό.
  3. "Él solo está peinando la muñeca en casa."
  4. "Αυτός μόνο χτενίζει την κούκλα στο σπίτι."

  5. "Peinar canas"

  6. Αναφέρεται στο να έχει κανείς πολλά λευκά ή γκρίζα μαλλιά.
  7. "Desde que cumplí 50, empecé a peinar canas."
  8. "Από τότε που έγινα 50, άρχισα να έχω γκρίζα μαλλιά."

  9. "Peinar un lugar"

  10. Σημαίνει να εξερευνήσεις προσεκτικά μια περιοχή, συνήθως για να βρεις κάτι.
  11. "La policía está peinando la zona en busca de pistas."
  12. "Η αστυνομία ψάχνει προσεκτικά την περιοχή για να βρει στοιχεία."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "peinar" προέρχεται από το λατινικό "pinnare," που σημαίνει "χτενίζω" ή "βουρτσίζω."

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Arreglar (τακτοποιώ) - Cepillar (βουρτσίζω)

Αντώνυμα: - Despeinar (αχτένιστος) - Desordenar (αναταξιάζω)



23-07-2024