pelea - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

pelea (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "pelea" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "pelea" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι /peˈle.a/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "pelea" σημαίνει "μάχη" ή "αντιστάθμιση" και χρησιμοποιείται σε διάφορα συμφραζόμενα, κυρίως για να περιγράψει μία φυσική αντιπαράθεση ή κόντρα ανάμεσα σε άτομα ή ομάδες. Στο νομικό περιβάλλον, μπορεί να αναφέρεται σε νομικές αντιπαραθέσεις. Η χρήση της είναι συχνή και μπορεί να εμφανιστεί τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. "Durante la pelea, los dos hombres se gritaron."
    (Κατά τη διάρκεια της μάχης, οι δύο άνδρες φώναξαν ο ένας στον άλλο.)

  2. "La pelea legal sobre la herencia duró varios años."
    (Η νομική αντιπαράθεση σχετικά με την κληρονομιά διήρκεσε αρκετά χρόνια.)

  3. "Vimos una pelea entre dos grupos de aficionados."
    (Είδαμε μια καβγά μεταξύ δύο ομάδων φιλάθλων.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "pelea" συνδυάζεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις που περιγράφουν καταστάσεις συγκρούσεων ή διαφωνιών:

  1. "Estar en medio de una pelea."
    (Βρίσκομαι στη μέση μιας διαμάχης.)

  2. "No quiero meterme en su pelea."
    (Δεν θέλω να μπλέκομαι στη διαμάχη τους.)

  3. "Pelea de perros."
    (Καβγάς σκύλων, που χρησιμοποιείται για να περιγράψει διαμάχες ή ανταγωνισμούς.)

  4. "Pelear por lo que es justo."
    (Να παλέψω για αυτό που είναι δίκαιο.)

  5. "No vale la pena pelear por eso."
    (Δεν αξίζει να πέσω σε καβγά για αυτό.)

Ετυμολογία

Η λέξη "pelea" προέρχεται από το λατινικό "pugna", που σημαίνει "μάχη" ή "πάλη". Η ρίζα "pug-" είναι σχετική με έννοιες που αφορούν τη μάχη και την αντίσταση.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - contienda - lucha - conflicto

Αντώνυμα: - acuerdo - paz - armonía



22-07-2024