Η λέξη "penitencia" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: [peniˈtensja]
Η μετάφραση της λέξης "penitencia" στα Ελληνικά είναι "μετάνοια" ή "ποινή".
Η λέξη "penitencia" αναφέρεται συνήθως στη διαδικασία της μετάνοιας, της αλλαγής στάσης ή συμπεριφοράς, καθώς και στην αποδοχή ή αποδοχή μιας ποινής για ένα πταίσμα ή αμαρτία. Χρησιμοποιείται συχνά στο πλαίσιο της θρησκείας και της ηθικής. Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά είναι πιο συνηθισμένη σε θρησκευτικά και φιλοσοφικά κείμενα.
"Η μετάνοια είναι ένα σημαντικό βήμα στη διαδικασία της σωτηρίας."
"El sacerdote le impuso una penitencia tras su confesión."
"Ο ιερέας του επιβλήθηκε μια ποινή μετά την εξομολόγησή του."
"La penitencia no solo es un castigo, sino también un medio de reflexión."
Η λέξη "penitencia" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ακολουθούν μερικές προτάσεις:
"Μετά από τα λάθη μου, πρέπει να κάνω μετάνοια."
"Penitencia eterna"
"Η ζωή του είναι μια ατέρμονη μετάνοια για τις κακές του αποφάσεις."
"Penitencia pública"
Η λέξη "penitencia" προέρχεται από το λατινικό "paenitentia", το οποίο σημαίνει "μετάνοια" ή "αίσθηση λύπης".
Συνώνυμα: - "arrepentimiento" (μετάνοια) - "castigo" (τιμωρία)
Αντώνυμα: - "indulgencia" (καλοσύνη) - "perdón" (συγχώρεση)