penoso - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

penoso (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Η λέξη "penoso" είναι επίθετο.

Φωνητική Μεταγραφή

/peˈnose/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "penoso" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που προκαλεί λύπη ή θλίψη. Συχνά αναφέρεται σε καταστάσεις ή γεγονότα που είναι παλιό ή γελοίο με αρνητική συχνότητα. Στην ισπανική γλώσσα, είναι περισσότερο συχνή στον προφορικό λόγο, αλλά χρησιμοποιείται και σε γραπτά κείμενα.

Παραδείγματα Χρήσης

  1. Esta situación es penosa para todos nosotros.
    Αυτή η κατάσταση είναι λυπηρή για όλους μας.

  2. El estado de la educación en el país es penoso.
    Η κατάσταση της εκπαίδευσης στη χώρα είναι θλιβερή.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "penoso" χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με πρόσωπα ή καταστάσεις.

  1. Tener un día penoso.
    Να έχεις μια θλιβερή μέρα.

  2. Es penoso ver a alguien sufrir.
    Είναι λυπηρό να βλέπεις κάποιον να υποφέρει.

  3. Ese espectáculo fue penoso de ver.
    Αυτή η παράσταση ήταν θλιβερή για να τη δεις.

  4. Es penoso perder a un amigo.
    Είναι θλιβερό να χάνεις έναν φίλο.

  5. La verdad es penosa.
    Η αλήθεια είναι θλιβερή.

Ετυμολογία

Η λέξη "penoso" προέρχεται από το λατινικό "poenōsus", που σημαίνει "πλήρης πόνου ή θλίψης".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - triste (λυπημένος) - lamentable (λυπηρός) - miserable (άθλιος)

Αντώνυμα: - alegre (χαρούμενος) - feliz (ευτυχισμένος) - placentero (ευχάριστος)



22-07-2024