Η λέξη "percal" αναφέρεται σε ένα είδος βαμβακερού υφάσματος, που είναι συνήθως απαλό και ανθεκτικό. Χρησιμοποιείται συνήθως για την κατασκευή σεντονιών, καλυμμάτων μαξιλαριών και άλλων κλινοσκεπασμάτων. Στα Ισπανικά, αυτή η λέξη είναι εύκολα αναγνωρίσιμη και χρησιμοποιείται κυρίως στον τομέα της μόδας και της ένδυσης. Στην καθημερινή χρήση, μπορεί να εμφανίζεται κυρίως σε γραπτό κείμενο, όπως περιγραφές προϊόντων ή υφασμάτων.
Los sábanas de percal son muy cómodas y duraderas.
(Τα σεντόνια από περκάλ είναι πολύ άνετα και ανθεκτικά.)
Ella prefiere comprar fundas de almohada de percal.
(Αυτή προτιμά να αγοράζει καλύμματα μαξιλαριών από περκάλ.)
Η λέξη "percal" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες φράσεις που σχετίζονται με την ένδυση και τα κλινοσκεπάσματα.
Ejemplo: Después de perder el trabajo, se encontró en un percal.
(Μετά την απώλεια της δουλειάς, βρέθηκε σε δύσκολη κατάσταση.)
"Pagar el percal" (να πληρώσεις το κόστος των πράξεων σου)
Η λέξη "percal" προέρχεται από την ισπανική γλώσσα και αναφέρεται σε ένα ύφασμα που παραδοσιακά φτιάχνεται από βαμβάκι και χρονολογείται από τον 16ο αιώνα. Μερικές θεωρίες προτείνουν ότι η λέξη μπορεί να έχει προέλευση από το παλαιότερο "percale" που αναφερόταν σε ινδικά υφάσματα.
Algodón (βαμβάκι, αφορά το υλικό)
Αντώνυμα: