Ο όρος "periodicidad" είναι ουσιαστικό.
/pəɾi.oði.siˈðað/
Η λέξη "periodicidad" αναφέρεται στην έννοια του χρόνου ή της συχνότητας με την οποία συμβαίνει ένα γεγονός ή μια διαδικασία. Χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς όπως τα μαθηματικά, τη φυσική και την ιατρική για να περιγράψει πόσο συχνά συμβαίνουν φαινόμενα ή διαδικασίες. Στη γλώσσα των Ισπανών, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά στη γραπτή μορφή, κυρίως σε κείμενα που αναλύουν δεδομένα ή επιστημονικά αποτελέσματα.
La periodicidad de las lluvias en esta región es anual.
(Η περιοδικότητα των βροχών σε αυτή την περιοχή είναι ετήσια.)
Es importante considerar la periodicidad de los exámenes para una buena planificación.
(Είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη η περιοδικότητα των εξετάσεων για μια καλή προγραμματισμό.)
La investigación examinó la periodicidad de las publicaciones científicas.
(Η έρευνα εξέτασε την περιοδικότητα των επιστημονικών δημοσιεύσεων.)
Η λέξη "periodicidad" δεν συνδέεται ιδιαίτερα με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες εκφράσεις που σχετίζονται με τη συχνότητα σε διάφορα πλαίσια.
La periodicidad en el trabajo es clave para el éxito.
(Η περιοδικότητα στη δουλειά είναι κομβική για την επιτυχία.)
Debemos evaluar la periodicidad de las métricas para mejorar el rendimiento.
(Πρέπει να αξιολογήσουμε την περιοδικότητα των μετρικών για να βελτιώσουμε την απόδοση.)
La periodicidad de las revisiones garantiza la calidad del servicio.
(Η περιοδικότητα των αναθεωρήσεων εγγυάται την ποιότητα της υπηρεσίας.)
Η λέξη "periodicidad" προέρχεται από τον όρο "periódico", που σημαίνει "περιοδικός", και το επίθημα "-idad", που μετατρέπει ένα επίθετο σε ουσιαστικό, υποδηλώνοντας την ποιότητα ή την κατάσταση.
Συνώνυμα: - Repetitividad (Επαναληψιμότητα) - Frecuencia (Συχνότητα)
Αντώνυμα: - Irregularidad (Αταξία) - Infrecuencia (Ασυνήθιστη συχνότητα)