permanecer - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

permanecer (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "permanecer" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /peɾma.neˈθeɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Το ρήμα "permanecer" σημαίνει "να παραμείνεις" ή "να μείνεις" σε κάποιο τόπο ή κατάσταση. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Αν και χρησιμοποιείται με παρόμοια συχνότητα σε αυτούς τους δύο τομείς, οι γραπτές εκφράσεις τείνουν να είναι περισσότερο επίσημες.

Παραδείγματα χρήσης

  1. Es importante permanecer en calma durante la emergencia.
  2. Είναι σημαντικό να παραμείνεις ήρεμος κατά τη διάρκεια της έκτακτης ανάγκης.

  3. Decidí permanecer en casa el fin de semana.

  4. Αποφάσισα να μείνω σπίτι το Σαββατοκύριακο.

Ιδιωματικές εκφράσεις με το "permanecer"

Το "permanecer" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:

  1. Permanecer en la cima.
  2. Να παραμείνεις στην κορυφή.

  3. Permanecer al margen.

  4. Να παραμείνεις στο περιθώριο.

  5. Permanecer fiel.

  6. Να παραμείνεις πιστός.

  7. Permanecer alerta.

  8. Να παραμείνεις σε εγρήγορση.

  9. Permanecer en silencio.

  10. Να παραμείνεις σιωπηλός.

Ετυμολογία

Η λέξη "permanecer" προέρχεται από το λατινικό "permanere", που σημαίνει "παραμένω" ή "υπομένω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Quedarse (μένω) - Estar (είμαι)

Αντώνυμα: - Irse (φεύγω) - Marcharse (αναχωρώ)



22-07-2024