permeable - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

permeable (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Permeable είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

/peɾˈme.a.βle/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη permeable αναφέρεται σε υλικά που επιτρέπουν τη διείσδυση ή τη ροή άλλων ουσιών μέσω αυτών, όπως υγρών ή αερίων. Χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς, όπως στη γεωλογία, τη βιολογία και τη μηχανική. Στη γλώσσα των Ισπανικών, είναι πιο συχνή σε γραπτό λόγο σε επιστημονικά ή τεχνικά κείμενα, αλλά μπορεί να εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El agua puede pasar a través de un material permeable.
    (Το νερό μπορεί να περάσει μέσα από ένα διαπερατό υλικό.)

  2. En la biología, las membranas celulares son permeables a ciertos nutrientes.
    (Στη βιολογία, οι κυτταρικές μεμβράνες είναι διαπερατές σε ορισμένα θρεπτικά συστατικά.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη permeable δεν είναι ευρέως διαδεδομένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να σχηματίσει φράσεις που εκφράζουν την έννοια της διείσδυσης ή της ανοχής σε διάφορα στοιχεία.

Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων

  1. Material permeable a la luz.
    (Υλικό διαπερατό στο φως.)

  2. La mente permeable a nuevas ideas.
    (Ο νους διαπερατός σε νέες ιδέες.)

  3. Sistemas permeables a la innovación.
    (Συστήματα διαπερατά στην καινοτομία.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη permeable έχει τις ρίζες της στα Λατινικά, προερχόμενη από το "permeabilis", το οποίο σημαίνει "αυτό που μπορεί να διαπεραστεί".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Transpirable (αναπνεύσιμο) - Poroso (πόρο-κλειστό)

Αντώνυμα: - Impertérrito (αδιάβατο) - Impermeable (μη διαπερατό)



23-07-2024