Επίθετο
/pɛrˈniθjoso/
Η λέξη "pernicioso" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που προκαλεί ζημιά ή βλάβη, είτε φυσικά είτε σε κοινωνικό ή ψυχολογικό επίπεδο. Στη γλώσσα Ισπανικά, μπορεί να αναφέρεται σε ουσίες (όπως τα ναρκωτικά ή το αλκοόλ) ή σε συμπεριφορές που έχουν αρνητικές επιπτώσεις. Η χρήση της είναι σχετικά συχνή, και συναντάται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά συχνά περιλαμβάνεται σε νομικά και ιατρικά κείμενα.
Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ είναι επιβλαβής για την υγεία.
Las campañas de desinformación pueden tener efectos perniciosos en la sociedad.
Η λέξη "pernicioso" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά θα εξετάσουμε κάποιες προτάσεις που ενδέχεται να συναντήσετε:
Η κατάχρηση ουσιών είναι επιβλαβής για όλους.
Una dieta perniciosa puede causar muchos problemas de salud.
Μια επιβλαβής διατροφή μπορεί να προκαλέσει πολλά προβλήματα υγείας.
Los rumores perniciosos pueden arruinar una reputación.
Η λέξη "pernicioso" προέρχεται από το λατινικό "perniciosus", το οποίο σημαίνει "καταστροφικός". Η ρίζα της αναφέρεται σε μια κατάσταση που μπορεί να προκαλέσει ζημιά ή δεινό.
Συνώνυμα: - Nocivo - Dañino - Destructivo
Αντώνυμα: - Beneficioso - Saludable - Provechoso