Pesadez είναι υποκείμενο, δηλαδή ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης «pesadez» στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /pe.saˈðes/
Η λέξη pesadez αναφέρεται στη «βαρύτητα» ή την αίσθηση ενός βάρους, είτε κυριολεκτικά (όπως με φυσικά αντικείμενα) είτε μεταφορικά (όπως στην αίσθηση ενός βάρους στη ψυχολογική ή σωματική κατάσταση). Χρησιμοποιείται συχνά στην καθημερινή γλώσσα και σε ιατρικά συμφραζόμενα για να περιγράψει αίσθηση δυσφορίας, όπως η βαρύτητα στο στομάχι. Είναι μια σχετικά συχνά χρησιμοποιούμενη λέξη και απαντάται και σε προφορικό και γραπτό λόγο.
Νιώθω μια βαρύτητα στο στομάχι μετά το φαγητό.
La pesadez del aire en el verano puede ser agobiante.
Η λέξη pesadez χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που μπορεί να εκφράσουν δυσάρεστες καταστάσεις ή συναισθήματα.
Αυτή η ώρα ήταν μια απόλυτη βαρεμάρα.
No soporto la pesadez de su conversación.
Δεν αντέχω τη βαρύτητα της κουβέντας του.
La pesadez de la situación se siente en el aire.
Η βαρύτητα της κατάστασης είναι αισθητή στον αέρα.
A veces, la vida puede ser una pesadez.
Κάποιες φορές, η ζωή μπορεί να είναι ένα βάρος.
No puedo aguantar su pesadez, necesito un poco de tranquilidad.
Δεν μπορώ να αντέξω τη βαρυά του παρουσία, χρειάζομαι λίγη ηρεμία.
Esa película fue una pesadez, no le recomiendo.
Η λέξη pesadez προέρχεται από το λατινικό «pesa» που σημαίνει βάρος. Συνδυάζεται με την κατάληξη «-ez», που χρησιμοποιείται για να σχηματίσει ουσιαστικά που δηλώνουν κατάσταση ή ποιότητα.
Συνώνυμα: - Bulto (όγκος) - Carga (φορτίο) - Dificultad (δυσκολία)
Αντώνυμα: - Ligereza (ελαφρότητα) - Sencillez (απλότητα) - Alegría (χαρά)