Pesantez είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
[pe.saˈnteθ]
Η λέξη "pesantez" αναφέρεται στην ποιότητα του να είναι κάτι βαρύ ή στη φυσική έννοια του βάρους. Χρησιμοποιείται και μεταφορικά για να δηλώσει βαρύτητα σε καταστάσεις, αισθήματα ή ακόμη και σε ατμόσφαιρες. Η "pesantez" χρησιμοποιείται συχνά στην ισπανική γλώσσα, και μπορεί να εντοπιστεί σε τόσο προφορικές όσο και γραπτές μορφές, αν και πιο συχνά στη γραφή λόγω του πιο αφηρημένου χαρακτήρα της.
Η βαρύτητα του αέρα στο δωμάτιο ήταν άβολη.
Sentí una pesantez en mi corazón al escuchar las malas noticias.
Η λέξη "pesantez" χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Νιώθω μια βαρύτητα στην ατμόσφαιρα.
La pesantez de la situación me preocupa.
Η βαρύτητα της κατάστασης με ανησυχεί.
A veces, la pesantez del pasado nos impide avanzar.
Μερικές φορές, η βαρύτητα του παρελθόντος μας εμποδίζει να προχωρήσουμε.
Con esa pesantez en el corazón, decidió no hablar más.
Η λέξη "pesantez" προέρχεται από τη λέξη "pesado," που σημαίνει "βαρύ," συνδυασμένη με την κατάληξη "-ez," η οποία χρησιμοποιείται για να σχηματίσει ουσιαστικά που δηλώνουν ποιότητα ή κατάσταση.
Συνώνυμα: - Bulto (όγκος) - Gravedad (βαρύτητα)
Αντώνυμα: - Ligereza (ελαφρότητα) - Sutileza (λεπτότητα)