Η λέξη "pescante" είναι ουσιαστικό και μπορεί να χρησιμοποιείται και ως επίθετο.
/pesˈkante/
Η λέξη "pescante" αναφέρεται κυρίως σε ένα σύστημα ανύψωσης ή μια γέφυρα χρησιμοποιούμενη σε ναυτικές εφαρμογές. Συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει το σύστημα μεταφοράς φορτίου ή ατόμων σε πλοία. Στη γλώσσα των Ισπανών, η λέξη "pescante" χρησιμοποιείται συνήθως σε ναυτικές ή τεχνικές συζητήσεις.
Συχνότητα Χρήσης: Χρησιμοποιείται περισσότερο στον γραπτό λόγο, ειδικά σε τεχνικά κείμενα, παρά στον προφορικό λόγο.
La grúa del pescante ayudó a cargar el contenedor en el barco.
(Η γερανογέφυρα βοήθησε να φορτώσουμε το κοντέινερ στο πλοίο.)
El pescante se utilizó para asegurar la carga durante la tormenta.
(Η γέφυρα χρησιμοποιήθηκε για να ασφαλίσει το φορτίο κατά τη διάρκεια της καταιγίδας.)
Η λέξη "pescante" δεν φαίνεται να έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε τεχνικά συμφραζόμενα και να παρουσιάσει ορισμένες χρήσεις σε φράσεις.
Tener un pescante preparado es esencial en la carga marítima.
(Έχοντας μια γέφυρα έτοιμη είναι ουσιώδες στη ναυτική φόρτωση.)
El pescante del muelle facilita el acceso a los barcos.
(Η γέφυρα του μώλου διευκολύνει την πρόσβαση στα πλοία.)
El capitán checkea el pescante antes de zarpar.
(Ο καπετάνιος ελέγχει τη γέφυρα πριν από την απόπλου.)
Η λέξη "pescante" προέρχεται από το ρήμα "pescar", το οποίο σημαίνει "ψαρεύω", αλλά στην περίπτωση αυτή έχει αποκτήσει μια τεχνική έννοια στον τομέα της ναυτικής μεταφοράς.
Συνώνυμα:
- Γέφυρα (σε ναυτική χρήση)
Αντώνυμα:
- Βύθισμα
Αυτή είναι η πλήρης ανάλυση της λέξης "pescante" σύμφωνα με τις προδιαγραφές που παρέχετε.