Η λέξη "precipitado" είναι επίθετο και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως ουσιαστικό.
Η διεθνής φωνητική αλφαβητική μεταγραφή είναι: /pɾeθi.piˈðaðo/
Η λέξη "precipitado" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που έχει συμβεί γρήγορα ή χωρίς προγραμματισμό. Στην ιατρική και τη χημεία, αναφέρεται σε φαινόμενα που συμβαίνουν γρήγορα, όπως η απόθεση ενός στερεού (προϊόντος) από ένα διάλυμα.
Συχνότητα Χρήσης: Χρησιμοποιείται τόσο σε γραπτό όσο και σε προφορικό λόγο, αν και μπορεί να είναι πιο συχνά σε επιστημονικά κείμενα.
Το πείραμα ήταν πρόωρο και δεν ακολουθήθηκαν οι συνιστώμενες διαδικασίες.
El precipitador del sistema separa las partículas sólidas del líquido.
Ο κατακρημνιστής του συστήματος διαχωρίζει τα στερεά σωματίδια από το υγρό.
No tomes decisiones precipitadas, reflexiona antes de actuar.
Η λέξη "precipitado" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στις οποίες μπορεί να εκφράσει βιασύνη ή ακαταλληλία:
Η λήψη μιας πρόωρης απόφασης είναι συχνά ένα λάθος.
No seas precipitado, a veces lo mejor es esperar.
Μην είσαι βιαστικός, μερικές φορές το καλύτερο είναι να περιμένεις.
El precipitamiento en las acciones puede llevar a consecuencias indeseadas.
Η λέξη "precipitado" προέρχεται από το λατινικό "praecipitatus", που σημαίνει «να πέσει ή να χυθεί».
Συνώνυμα: - Apresurado (βιαστικός) - Inmediato (άμεσος) - Rápido (γρήγορος)
Αντώνυμα: - Lento (αργός) - Calmado (ήρεμος) - Reflexivo (σκεπτικός)