preferencia - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

preferencia (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "preferencia" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

/ pɾe.feˈɾen.θja / (στη Ισπανία) ή / pɾe.feˈɾen.sja / (στη Λατινική Αμερική).

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "preferencia" σημαίνει την επιλογή που δίνεται σε κάτι ή σε κάποιον έναντι άλλου. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει την έντονη επιθυμία ή την τάση που δείχνει ένα άτομο προς ένα αντικείμενο ή μια κατάσταση, σε σχέση με άλλα. Η χρήση της είναι συχνή και στα δύο προφορικά και γραπτά πλαίσια, αν και σε επιστημονικά ή οικονομικά κείμενα μπορεί να εμφανίζεται περισσότερο στη γραπτή μορφή.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. La preferencia por productos ecológicos ha aumentado en los últimos años.
  2. Η προτίμηση για οικολογικά προϊόντα έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια.

  3. La preferencia de los consumidores influye en el mercado.

  4. Η προτίμηση των καταναλωτών επηρεάζει την αγορά.

  5. Tienes que expresar tu preferencia en la reunión de mañana.

  6. Πρέπει να εκφράσεις την προτίμησή σου στη συνάντηση της αυριανής ημέρας.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "preferencia" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες ενδέχεται να κεντρίσουν το ενδιαφέρον.

  1. Dar preferencia a algo
  2. Es importante dar preferencia a las necesidades de los empleados.
  3. Είναι σημαντικό να δίνουμε προτεραιότητα στις ανάγκες των υπαλλήλων.

  4. Sin preferencia

  5. Se decidió votar sin preferencia por ningún candidato.
  6. Αποφασίστηκε να ψηφίσουμε χωρίς προτίμηση προς κανέναν υποψήφιο.

  7. No tener preferencia

  8. No tengo preferencia por el color del coche, cualquier me parece bien.
  9. Δεν έχω προτίμηση για το χρώμα του αυτοκινήτου, οποιοδήποτε μου φαίνεται εντάξει.

  10. Preferencia especial

  11. El comité otorgó una preferencia especial a los proyectos innovadores.
  12. Η επιτροπή χορήγησε ειδική προτίμηση στα καινοτόμα έργα.

  13. Preferencia absoluta

  14. En este caso, la preferencia absoluta la tiene el cliente.
  15. Σε αυτή την περίπτωση, η απόλυτη προτίμηση έχει ο πελάτης.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "preferencia" προέρχεται από τα λατινικά "preferentia", το οποίο προέρχεται από το ρήμα "praeferre", που σημαίνει "προτιμώ".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - preferencia - elección - inclinación

Αντώνυμα: - indiferencia - rechazo - desapego



23-07-2024