Η λέξη "preferencias" είναι ουσιαστικό στον πληθυντικό αριθμό.
/pre.feˈɾen.θjas/
Η λέξη "preferencias" αναφέρεται σε υποκειμενικές προτιμήσεις ή επιλογές που έχει κάποιος σχετικά με κάτι – μπορεί να αφορά τρόπους ζωής, φαγητό, δραστηριότητες, ή οτιδήποτε άλλο. Χρησιμοποιείται ευρέως τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Οι διατροφικές μου προτιμήσεις είναι πολύ διαφορετικές.
Es importante conocer las preferencias de los usuarios.
Η λέξη "preferencias" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Σύμφωνα με τις προτιμήσεις μου, επιλέγω πάντα το καλύτερο.
Las preferencias de cada persona son únicas.
Οι προτιμήσεις κάθε ατόμου είναι μοναδικές.
Necesitamos respetar las preferencias de los demás.
Πρέπει να σεβόμαστε τις προτιμήσεις των άλλων.
Sus preferencias en la música son muy interesantes.
Οι προτιμήσεις του στη μουσική είναι πολύ ενδιαφέρουσες.
Mis preferencias cambiaron con el tiempo.
Η λέξη "preferencias" προέρχεται από το λατινικό "preferentia", το οποίο σημαίνει "προτίμηση", από το ρήμα "preferre", που σημαίνει "να προτιμώ".
Συνώνυμα: - Elecciones (επιλογές) - Gustos (γούστα)
Αντώνυμα: - Desinterés (αδιαφορία) - Indiferencia (αδιαφορία)