Το "preparado" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: [pɾe.paˈɾa.ðo]
Η λέξη "preparado" σημαίνει "έτοιμος" ή "προετοιμασμένος". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον ή κάτι που έχει ετοιμαστεί ή προετοιμαστεί για μια δραστηριότητα ή κατάσταση. Εμφανίζεται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να είναι πιο συχνά στα γραπτά κείμενα, όπως σε νομικά ή επίσημα πλαίσια.
Él está preparado para el examen.
(Αυτός είναι προετοιμασμένος για τη δοκιμασία.)
La comida ya está preparada.
(Το φαγητό είναι ήδη έτοιμο.)
Necesitamos estar preparados para cualquier eventualidad.
(Χρειαζόμαστε να είμαστε προετοιμασμένοι για κάθε πιθανή κατάσταση.)
Η λέξη "preparado" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις στην ισπανική γλώσσα.
Estar preparado para lo peor.
(Να είσαι προετοιμασμένος για το χειρότερο.)
Tener todo preparado.
(Να έχεις τα πάντα προετοιμασμένα.)
Preparado ante cualquier desafío.
(Προετοιμασμένος μπροστά σε οποιαδήποτε πρόκληση.)
Estar preparado para la acción.
(Να είσαι έτοιμος για δράση.)
Preparar el terreno.
(Να προετοιμάσεις το έδαφος.)
Estar siempre preparado.
(Να είσαι πάντα προετοιμασμένος.)
Η λέξη "preparado" προέρχεται από το λατινικό "praeparare", όπου "prae-" σημαίνει "προ-" και "parare" σημαίνει "ετοιμάζω".
Συνώνυμα: - Listo (έτοιμος) - Dispuesto (προετοιμασμένος)
Αντώνυμα: - Desprevenido (απροετοίμαστος) - Inexperto (ανέτοιμος)