presidir - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

presidir (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "presidir" σημαίνει να βρίσκεται κάποιος στην προεδρία ή να έχει την προεδρική εξουσία σε μια συνάντηση, μια συνεδρία, ή σε έναν οργανισμό. Χρησιμοποιείται σε επίσημα, νομικά και διοικητικά πλαίσια. Η συχνότητα χρήσης της είναι πιο υψηλή στο γραπτό κείμενο, αλλά χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο, κυρίως σε πολιτικές και διοικητικές συζητήσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El presidente de la República presidirá la reunión.
  2. Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας θα προεδρεύσει στη συνεδρίαση.

  3. Es importante que una persona imparcial presida el debate.

  4. Είναι σημαντικό να προεδρεύσει μια αμερόληπτη προσωπικότητα στη συζήτηση.

  5. La junta decidió que el director presidirá la próxima asamblea.

  6. Το διοικητικό συμβούλιο αποφάσισε ότι ο διευθυντής θα προεδρεύσει στην επόμενη συνέλευση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "presidir" συχνά χρησιμοποιείται σε διάφορες φράσεις και ιδιωματικές εκφράσεις, όπως:

  1. Presidir una mesa redonda.
  2. Προεδρεύω σε μια στρογγυλή τράπεζα (συζήτηση).

  3. Presidir la sesión.

  4. Προεδρεύω στη συνεδρία.

  5. Presidir con autoridad.

  6. Προεδρεύω με εξουσία.

  7. Es necesario presidir con firmeza.

  8. Είναι αναγκαίο να προεδρεύω με αυστηρότητα.

  9. Nunca es fácil presidir un comité.

  10. Ποτέ δεν είναι εύκολο να προεδρεύεις σε μια επιτροπή.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "presidir" προέρχεται από την λατινική λέξη "praesidēre", που σημαίνει "να καθίσω μπροστά", συνδυάζοντας τις ρίζες "prae-" (μπροστά) και "sedere" (κάθισμα ή κάθομαι).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Η λέξη "presidir" διατηρεί σημαντικό ρόλο σε νομικά και πολιτικά συμφραζόμενα στην ισπανική γλώσσα, και συχνά απαντάται σε επίσημες και επί καθημερινές συζητήσεις.



22-07-2024