Η λέξη prestamista είναι ουσιαστικό στον ενικό αριθμό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης prestamista με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /pɾes.taˈmis.ta/.
Η λέξη prestamista μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - δανειστής - πιστωτής
Η λέξη prestamista αναφέρεται σε πρόσωπο ή οργανισμό που δανείζει χρήματα σε άλλους, συχνά με τόκο. Χρησιμοποιείται κυρίως στον τομέα των οικονομικών, αλλά μπορεί επίσης να έχει νομικές επιπτώσεις, ιδιαίτερα όταν αφορά σε συμβάσεις δανεισμού. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι μέτρια, αν και είναι πιο κοινή στον γραπτό λόγο, όπως σε οικονομικές αναφορές και νομικά κείμενα.
Ο δανειστής προσέφερε χαμηλό επιτόκιο για το δάνειο.
Es importante leer el contrato antes de aceptar condiciones del prestamista.
Η λέξη prestamista δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται σε διάφορες φράσεις που σχετίζονται με τον δανεισμό και τα οικονομικά.
Δεν πρέπει να εμπιστεύεσαι τυφλά έναν δανειστή.
Un buen prestamista siempre verifica la solvencia del prestatario.
Ένας καλός δανειστής πάντα ελέγχει τη φερεγγυότητα του δανειολήπτη.
El prestamista debe cumplir con la legislación vigente.
Η λέξη prestamista προέρχεται από το ρήμα prestar, που σημαίνει "να δανείζεις". Αυτή η ρίζα συνδυάζεται με το επίθημα -ista, που υποδηλώνει ένα άτομο που ασκεί μια συγκεκριμένη δραστηριότητα ή επάγγελμα.
Συνώνυμα: - financiero (χρηματοοικονομικός) - creditor (πιστωτής)
Αντώνυμα: - deudor (δανειολήπτης) - obrero (εργαζόμενος, σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα)