Το "presto" είναι επίρρημα.
/pɾes.to/
Η λέξη "presto" χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανών για να δηλώσει ότι κάτι γίνεται γρήγορα ή άμεσα. Χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο και στο γραπτό, αν και συναντάται συχνότερα σε προφορικές συνομιλίες, ιδιαίτερα όταν οι άνθρωποι θέλουν να δηλώσουν ότι πρέπει να γίνει κάτι χωρίς καθυστέρηση.
Παραδείγματα προτάσεων:
1. ¡Hazlo presto, por favor!
(Κάν' το γρήγορα, σε παρακαλώ!)
Llegué presto a la reunión.
(Έφτασα γρήγορα στη συνάντηση.)
Necesito una respuesta presto.
(Χρειάζομαι μια απάντηση άμεσα.)
Η λέξη "presto" μπορεί να χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στη γλώσσα των Ισπανών:
Estar presto para actuar.
(Είμαι έτοιμος να δράσω.)
Hacer algo presto y bien.
(Να κάνεις κάτι γρήγορα και καλά.)
Presto atención a lo que dices.
(Δίνω προσοχή σε αυτά που λες.)
Tengo que irme presto.
(Πρέπει να φύγω γρήγορα.)
Actúa presto si quieres ganar.
(Δράσε γρήγορα αν θέλεις να κερδίσεις.)
Η λέξη "presto" προέρχεται από το λατινικό "praestus", που σημαίνει "έτοιμος" ή "γρήγορος".