Το "prevalecer" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "prevalecer" είναι /pɾeβaleˈθeɾ/ (σε ισπανική προφορά) ή /pɾevaleˈʃer/ (στην αμερικανική προφορά).
Το ρήμα "prevalecer" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση στην οποία κάτι επιπλέει ή επιτυγχάνει να υπερισχύσει πάνω σε κάτι άλλο, είτε αυτό είναι ιδέα, κατάσταση ή νόμος. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται συχνά σε νομικά ή γενικά συμφραζόμενα για να δηλώσει την κυριαρχία ή την ισχύ ενός συναισθήματος, της δικαιοσύνης ή μιας απόφασης. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή, και χρησιμοποιείται πιο συχνά στον γραπτό λόγο.
En una democracia, la voluntad del pueblo debe prevalecer.
Σε μια δημοκρατία, η θέληση του λαού πρέπει να υπερισχύει.
En el juicio, la verdad siempre debe prevalecer.
Στη δίκη, η αλήθεια πρέπει πάντα να επικρατεί.
Το "prevalecer" δεν είναι ιδιαίτερα κοινό σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πιο σύνθετες φράσεις:
Es importante que la justicia prevalezca en todos los casos.
Είναι σημαντικό η δικαιοσύνη να επικρατεί σε όλες τις περιπτώσεις.
Cuando hay conflictos, a menudo prevalece la paz.
Όταν υπάρχουν συγκρούσεις, συχνά επικρατεί η ειρήνη.
A veces, las emociones pueden prevalecer sobre la razón.
Κάποιες φορές, τα συναισθήματα μπορεί να υπερισχύσουν της λογικής.
Το ρήμα "prevalecer" προέρχεται από το λατινικό "praevalere", που σημαίνει "να είναι πιο ισχυρός" ή "να υπερισχύει".
Συνώνυμα: - sobresalir (υπερέχω) - dominar (κυριαρχώ)
Αντώνυμα: - ceder (παραιτούμαι) - debilitar (αδυνατίζω)