primario - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

primario (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "primario" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

/priˈma.ɾjo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "primario" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι πρωταρχικό, βασικό ή σε πρώτο επίπεδο. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη σε διάφορους τομείς όπως η εκπαίδευση, η ιατρική, η ανάλυση δεδομένων, κ.λπ. Στη γλώσσα των Ισπανών, η λέξη έχει μέτρια έως υψηλή συχνότητα χρήσης, κυρίως στον γραπτό λόγο, αλλά και στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. La educación primaria es fundamental para el desarrollo de los niños.
  2. Η πρωτοβάθμια εκπαίδευση είναι θεμελιώδης για την ανάπτυξη των παιδιών.

  3. El sistema de salud pone énfasis en la prevención primaria de enfermedades.

  4. Το σύστημα υγείας δίνει έμφαση στην πρωτογενή πρόληψη ασθενειών.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "primario" χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά ορισμένες εκφράσεις σχετικές μπορεί να περιλαμβάνουν:

  1. Educación primaria es la base del conocimiento.
  2. Η πρωτοβάθμια εκπαίδευση είναι η βάση της γνώσης.

  3. Los principios primarios guían nuestras decisiones.

  4. Οι βασικοί κανόνες καθοδηγούν τις αποφάσεις μας.

  5. Un enfoque primario es esencial en este proyecto.

  6. Μια πρωτογενής προσέγγιση είναι ουσιαστική σε αυτό το έργο.

  7. La atención primaria garantiza el acceso a la salud.

  8. Η πρωτογενής φροντίδα εγγυάται την πρόσβαση στην υγεία.

  9. El rol primario del maestro es educar a sus alumnos.

  10. Ο πρωταρχικός ρόλος του δασκάλου είναι να εκπαιδεύει τους μαθητές του.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "primario" προέρχεται από το λατινικό "primarius", που σημαίνει "πρώτος" ή "βασικός".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - fundamental - esencial - principal

Αντώνυμα: - secundario - terciario - subordinado



23-07-2024