Η λέξη "primera" (πρώτη) είναι επίθετο και χρησιμοποιείται στον θηλυκό τύπο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "primera" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /pɾiˈmeɾa/.
Η κυριότερη μετάφραση της λέξης "primera" στα Ελληνικά είναι "πρώτη". Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως "πρώτη φορά".
Η λέξη "primera" αναφέρεται στην έννοια της πρώτης θέσης ή της πρώτης επιλογής. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς για να δηλώσει κάτι που έρχεται πρώτο ή είναι το πιο σημαντικό. Στη γλώσσα των Ισπανικών, χρησιμοποιείται συχνά και στους προφορικούς και γραπτούς λόγους αλλά είναι πιο συνηθισμένη σε γραπτά κείμενα όπως άρθρα και βιβλία.
"Primera en la carrera, llegó a la meta primero."
"Πρώτη στον αγώνα, έφτασε στη γραμμή τερματισμού πρώτη."
"La primera impresión es muy importante."
"Η πρώτη εντύπωση είναι πολύ σημαντική."
"Quiero ser la primera en recibir el premio."
"Θέλω να είμαι η πρώτη που θα λάβει το βραβείο."
Η λέξη "primera" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ορισμένες από αυτές είναι:
"Ser la primera de la clase"
"Να είσαι η πρώτη της τάξης."
(Αναφέρεται σε κάποιον που διαπρέπει ακαδημαϊκά.)
"Dar la primera impresión"
"Να δώσεις την πρώτη εντύπωση."
(Αναφέρεται στη σημασία της πρώτης εντύπωσης που δίνουμε σε άλλους.)
"Primera clase"
"Πρώτη κατηγορία."
(Αναφέρεται σε προσφορές ή υπηρεσίες υψηλής ποιότητας.)
"Primera vez"
"Πρώτη φορά."
(Αναφέρεται στην πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι.)
"Primera línea"
"Πρώτη γραμμή."
(Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι στην πρώτη θέση ή στην κορυφή μιας κατάταξης ή λίστας.)
Η λέξη "primera" προέρχεται από το λατινικό "prima", που είναι η θηλυκή μορφή του "primus", που σημαίνει "πρώτος".