Primordial είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /pɾiˈmoɾðjal/.
Η λέξη primordial χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι επιβλητικό, βασικό ή που σχετίζεται με τις πρώτες ή αρχαίες καταστάσεις ή συνθήκες. Είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη σε διάφορες επιστήμες, όπως η βιολογία, η φιλοσοφία και η μεταφυσική. Πιο συγκεκριμένα, συνδέεται συχνά με το βάθος χρόνου ή την προέλευση.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι μέτρια, όπως εμφανίζεται συνήθως σε γραπτά κείμενα ή επιστημονικές αναφορές, εν συγκρίσει με την προφορική γλώσσα.
Οι ηφαιστεία είναι πρωταρχικά φαινόμενα στη διαμόρφωση της Γης.
Su conexión con la naturaleza es algo primordial para su vida.
Η λέξη primordial δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να υπάρχει στην περιγραφή καταστάσεων που αφορούν τη βάση ή την αρχή κάποιου ζητήματος.
Είναι πρωταρχικό να προσέχεις όταν ασχολείσαι με ευαίσθητα θέματα.
La salud es un aspecto primordial de nuestra existencia.
Η υγεία είναι μια πρωταρχική πτυχή της ύπαρξής μας.
La educación es primordial para el desarrollo de una sociedad.
Η λέξη primordial προέρχεται από το λατινικό "primordialis", που σημαίνει "πρώτος, αρχαίος" και συνδυάζεται από τις ελληνικές ρίζες "pri-" που σημαίνει "πρώτος" και "ordialis" που σχετίζεται με την τάξη.
Συνώνυμα:
- Πρωταρχικός
- Αρχαίος
- Θεμελιώδης
Αντώνυμα:
- Δευτερεύων
- Δευτερόλεπτος
- Έσχατος
Η λέξη primordial έχει σημαντική χρήση στον τομέα της επιστήμης, της φιλοσοφίας και της τέχνης, καθιστώντας την έναν σημαντικό όρο για την κατανόηση βασικών εννοιών.