princesa - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

princesa (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "princesa" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "princesa" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /pɾinˈθesa/ (στην Ισπανία) ή /pɾinˈseɪsa/ (στη Λατινική Αμερική).

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "princesa" αναφέρεται σε μια γυναίκα που είναι μέλος της βασιλικής οικογένειας, προσωπικά ή μέσω γάμου. Στην Ισπανική γλώσσα, η "princesa" μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε μεταφορικό πλαίσιο, για παράδειγμα, για να περιγράψει μια νικήτρια καλλονής ή μια γυναίκα που εκτιμάται ιδιαίτερα.

Συχνότητα χρήσης

Η λέξη "princesa" χρησιμοποιείται και στις δύο μορφές λόγου, προφορικά και γραπτά, αλλά συναντάται περισσότερο σε αφηγήσεις, παραμύθια καθώς και σε πολιτιστικές αναφορές (π.χ. ταινίες και βιβλία).

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La princesa vivía en un castillo.
  2. Η πριγκίπισσα ζούσε σε ένα κάστρο.

  3. La princesa asistió a la gala real.

  4. Η πριγκίπισσα παρευρέθηκε στη βασιλική γκαλά.

  5. Todos en el pueblo amaban a la princesa.

  6. Όλοι στο χωριό αγαπούσαν την πριγκίπισσα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "princesa" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις.

  1. Tratar a alguien como a una princesa.
  2. Να μεταχειρίζεσαι κάποιον σαν πριγκίπισσα. (να φέρεσαι με πολύ προσοχή και εκτίμηση)

  3. Es un verdadero cuento de princesas.

  4. Είναι μια αληθινή ιστορία πριγκιπισσών. (αναφέρεται σε μια ιδανική ή ρομαντική κατάσταση)

  5. Las princesas también tienen sus problemas.

  6. Οι πριγκίπισσες έχουν και τα προβλήματά τους. (υποδηλώνει ότι ακόμη και οι προνομιούχοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν προκλήσεις)

  7. Sueños de princesa.

  8. Όνειρα πριγκίπισσας. (αναφέρεται σε ιδανικά ή επιθυμίες που θεωρούνται ανέφικτα ή ρομαντικά)

  9. Vivir como una princesa.

  10. Να ζεις σαν πριγκίπισσα. (αναφέρεται σε ζωή γεμάτη πλούτη και άνεση)

  11. Princesa en apuros.

  12. Πριγκίπισσα σε μπελάδες. (αναφέρεται σε μια γυναίκα που χρειάζεται βοήθεια ή αντιμετωπίζει δυσκολίες)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "princesa" προέρχεται από το λατινικό "princeps", το οποίο σημαίνει "ο πρώτος" ή "ο ηγέτης". Εξελίχθηκε στη Ρωμαϊκή εποχή και αναφέρεται στη γυναίκες των πριγκίπων.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Αυτές οι λέξεις βοηθούν στην κατανόηση και την περιγραφή των διάφορων κοινωνικών σταθμών και ρόλων στη βασιλική ιεραρχία και την κοινωνία εν γένει.



22-07-2024