Η λέξη "probablemente" είναι επιρρηματική λέξη (adverbio).
/proβλαμεντε/
Η λέξη "probablemente" χρησιμοποιείται για να εκφράσει την αβεβαιότητα ή την πιθανότητα ότι κάτι είναι αληθινό ή πρόκειται να συμβεί. Χρησιμοποιείται αρκετά συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφρά προτίμηση στον γραπτό λόγω της φύσης των κειμένων που περιλαμβάνουν θεωρητική ή υπαινικτική γλώσσα.
Probablemente lloverá mañana.
Πιθανώς θα βρέξει αύριο.
No vendrá a la fiesta, probablemente esté ocupado.
Δεν θα έρθει στη γιορτή, πιθανώς να είναι απασχολημένος.
La película es buena, probablemente te gustará.
Η ταινία είναι καλή, πιθανώς θα σου αρέσει.
Η λέξη "probablemente" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις σε φράσεις που εκφράζουν πιθανότητες. Ακολουθούν μερικές προτάσεις:
Probablemente tenga razón.
Πιθανώς έχει δίκιο.
Probablemente no sea lo que esperabas.
Πιθανώς να μην είναι αυτό που περίμενες.
Tendremos que salir, probablemente más tarde.
Θα πρέπει να φύγουμε, πιθανώς αργότερα.
Si no estudias, probablemente no pasarás el examen.
Εάν δεν διαβάσεις, πιθανώς δεν θα περάσεις την εξέταση.
Es probable que lleguen tarde, como siempre.
Είναι πιθανό να φτάσουν αργά, όπως πάντα.
Η λέξη "probablemente" προέρχεται από το λατινικό "probabilis", που σημαίνει "πιθανός" και επιρρηματικός τύπος "probabiliter". Στη διάρκεια της ιστορίας, η λέξη εξελίχθηκε και υιοθετήθηκε στη σύγχρονη ισπανική γλώσσα.
Συνώνυμα: - posiblemente - acaso - quizás
Αντώνυμα: - improbable - imposible
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη λέξη "probablemente" και τις χρήσεις της στη γλώσσα Ισπανικά.