prodigar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

prodigar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "prodigar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο: /pɾo.ði.ˈɡaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "prodigar" αναφέρεται στην πράξη της σπατάλης ή της γενναιοδωρίας, ειδικά σε σχέση με χρήματα ή πόρους. Χρησιμοποιείται συχνά για να δηλώσει τη διάθεση να προσφέρει ή να μοιράζεται κάτι αφθονικά, ανεξάρτητα από τις συνέπειες. Η λέξη χρησιμοποιείται και στους προφορικούς και στους γραπτούς λόγους, αλλά η συχνότητα χρήσης είναι υψηλότερη στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Los padres decidieron prodigar amor y cuidado a sus hijos.
  2. Οι γονείς αποφάσισαν να σπαταλήσουν αγάπη και φροντίδα στα παιδιά τους.

  3. El gobierno intenta prodigar recursos para ayudar a los más necesitados.

  4. Η κυβέρνηση προσπαθεί να παραχωρήσει πόρους για να βοηθήσει τους πιο φτωχούς.

  5. Es fácil prodigar palabras bonitas, pero es más difícil demostrar amor.

  6. Είναι εύκολο να σπαταλάς όμορφες λέξεις, αλλά είναι πιο δύσκολο να αποδεικνύεις αγάπη.

Ιδιωματικές εκφράσεις

  1. Prodigar elogios sin motivo puede perder su valor.
  2. Η σπατάλη επαίνων χωρίς λόγο μπορεί να χάσει την αξία της.

  3. Es mejor prodigar amor que dinero.

  4. Είναι καλύτερα να σπαταλάς αγάπη παρά χρήματα.

  5. No puedes prodigar promesas vacías.

  6. Δεν μπορείς να σπαταλάς κενές υποσχέσεις.

  7. El exceso de prodigar consejos a veces resulta molesto.

  8. Η υπερβολική σπατάλη συμβουλών μερικές φορές είναι ενοχλητική.

  9. Prodigar afectos en exceso puede ser contraproducente.

  10. Η υπερβολική σπατάλη συναισθημάτων μπορεί να είναι αντίθετη στις επιθυμίες.

Ετυμολογία

Η λέξη "prodigar" προέρχεται από το λατινικό "prodigare", που σημαίνει "να διανέμω αφθονία" ή "να σπαταλώ".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Distribuir - Ofrecer - Suministrar

Αντώνυμα: - Retener - Acumular - Reservar



23-07-2024