Ρήμα
/pɾoðuˈθiɾse/
Η λέξη "producirse" στα Ισπανικά σημαίνει "να συμβαίνει" ή "να δημιουργείται". Χρησιμοποιείται σε διάφορα συμφραζόμενα, συχνά για να περιγράψει την παραγωγή ή την εκδήλωση φαινομένων ή γεγονότων. Η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ιδίως σε επιστημονικά και νομικά κείμενα, καθώς και σε καθημερινές συζητήσεις.
El espectáculo se va a producir mañana.
Η παράσταση θα συμβεί αύριο.
En la fábrica se producen juguetes.
Στο εργοστάσιο παράγονται παιχνίδια.
Los cambios en la política pueden producirse de manera rápida.
Οι αλλαγές στην πολιτική μπορούν να συμβούν γρήγορα.
Η λέξη "producirse" χρησιμοποιείται και σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ακολουθούν μερικές από αυτές:
Producirse un cambio
να συντελεστεί μια αλλαγή
En la empresa se producirá un cambio significativo.
Στην επιχείρηση θα συντελεστεί μια σημαντική αλλαγή.
Producirse una crisis
να συμβεί μια κρίση
Puede producirse una crisis si no actuamos a tiempo.
Μπορεί να συμβεί μια κρίση αν δεν δράσουμε εγκαίρως.
Producirse un fenómeno
να συμβεί ένα φαινόμενο
Se ha producido un fenómeno meteorológico inusual.
Έχει συμβεί ένα ασυνήθιστο καιρικό φαινόμενο.
Producirse un error
να προκύψει ένα λάθος
Se puede producir un error si no seguimos las instrucciones.
Μπορεί να προκύψει ένα λάθος αν δεν ακολουθήσουμε τις οδηγίες.
Producirse a la luz
να εμφανιστεί στη δημοσιότητα
Algunos secretos se han producido a la luz recientemente.
Ορισμένα μυστικά έχουν εμφανιστεί στη δημοσιότητα πρόσφατα.
Η λέξη "producirse" προέρχεται από το λατινικό "producere", που σημαίνει "να βγάλεις μπροστά" ή "να παράγεις". Στη σύγχρονη ισπανική γλώσσα, έχει εξελιχθεί για να περιλαμβάνει την έννοια της εκδήλωσης ή της παραγωγής.
Συνώνυμα: - Ocurrir (συμβαίνει) - Generarse (δημιουργείται) - Realizarse (εκτελείται)
Αντώνυμα: - Detenerse (να σταματήσει) - Terminarse (να τελειώσει) - No suceder (να μην συμβεί)