prohibido - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

prohibido (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "prohibido" είναι ένα επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: /pɾo.i.βiˈðo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "prohibido" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι απαγορευμένο ή δεν επιτρέπεται να γίνει. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να είναι πιο συχνή σε επίσημα και νομικά πλαίσια.

Παράδειγμα προτάσεων

  1. Las bebidas alcohólicas están prohibidas en el evento.
  2. Τα αλκοολούχα ποτά είναι απαγορευμένα στην εκδήλωση.

  3. No tocar el material está prohibido.

  4. Η επαφή με το υλικό είναι απαγορευμένη.

  5. Es prohibido fumar en lugares públicos.

  6. Είναι απαγορευμένο να καπνίζεις σε δημόσιους χώρους.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "prohibido" χρησιμοποιείται επίσης σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, μερικές από τις οποίες είναι:

  1. Prohibido olvidarse.
  2. Απαγορεύεται να ξεχνάμε.

  3. Es prohibido el paso.

  4. Η είσοδος απαγορεύεται.

  5. Lo prohibido es más tentador.

  6. Αυτό που είναι απαγορευμένο είναι πιο δελεαστικό.

  7. Prohibido el consumo de drogas.

  8. Απαγορεύεται η κατανάλωση ναρκωτικών.

  9. No está prohibido soñar.

  10. Δεν είναι απαγορευμένο να ονειρεύεσαι.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "prohibido" προέρχεται από το λατινικό "prohibitum", που σημαίνει "απαγορευμένο".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024