prudente - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

prudente (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Prudente είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: [pɾuˈðente]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη prudente χρησιμοποιείται στα ισπανικά για να περιγράψει κάποιον που ενεργεί με σύνεση και προσοχή, ειδικά σε καταστάσεις που απαιτούν διακριτικότητα και διακριτική ευχέρεια. Βρίσκεται συχνά σε γραπτά κείμενα, αλλά είναι επίσης κοινή στον προφορικό λόγο. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, καθώς συναντάται συχνά σε επίσημα και καθημερινά συμφραζόμενα.

Παραδείγματα: - Es prudente no tomar decisiones apresuradas.
(Είναι φρόνιμο να μην παίρνεις βιαστικές αποφάσεις.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη prudente συχνά χρησιμοποιείται σε ισπανικές φράσεις. Ακολουθούν μερικές:

Ετυμολογία

Η λέξη prudente προέρχεται από το λατινικό "prudens," που σημαίνει "σοφός" ή "φρόνιμος," προερχόμενο από το ρήμα "providere," που σημαίνει "να βλέπεις μπροστά" ή "να προνοείς."

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Sensato (λογικός) - Cuidadoso (προσεκτικός) - Cauteloso (προσεκτικός, επιφυλακτικός)

Αντώνυμα:
- Imprudente (αφρόντιστος) - Temerario (γενναίος χωρίς προσοχή) - Atrevido (τολμηρός, αναιδής)



22-07-2024