Η λέξη "prurito" είναι ένα ουσιαστικό (sustantivo).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "prurito" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /pɾuˈɾito/.
Η λέξη "prurito" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "κνησμός".
Η λέξη "prurito" αναφέρεται στον αίσθημα κνησμού ή φαγούρας, κυρίως σε ιατρικά συμφραζόμενα. Χρησιμοποιείται στην καθημερινή γλώσσα, αλλά είναι πιο συχνά παρούσα σε ιατρικά κείμενα και περιγραφές οι οποίες σχετίζονται με δερματολογικά ή αλλεργιολογικά προβλήματα. Η χρήση της είναι συχνή, τόσο στον προφορικό λόγο όσο και σε γραπτό πλαίσιο.
Ο κνησμός μπορεί να είναι σύμπτωμα αλλεργίας.
Muchos pacientes experimentan prurito después de la picadura de un insecto.
Η λέξη "prurito" δεν είναι συνήθης σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμούς ή φράσεις που σχετίζονται με την αίσθηση της φαγούρας:
Η αίσθηση του κνησμού είναι άβολη κατά τη διάρκεια της ημέρας.
A veces, el prurito puede ser más intenso por la noche.
Μερικές φορές, ο κνησμός μπορεί να είναι πιο έντονος τη νύχτα.
El prurito constante puede afectar la calidad de vida.
Η λέξη "prurito" προέρχεται από το λατινικό "pruritus", το οποίο σημαίνει "ρύθμιση" ή "φαγούρα".
Συνώνυμα: - Picazón (φαγούρα) - Fluctuación (κινητικότητα)
Αντώνυμα: - Alivio (ανακούφιση) - Comodidad (άνεση)