pueril - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

pueril (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "pueril" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης στα Ισπανικά είναι /pwe.ɾil/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία και χρήση

Η λέξη "pueril" αναφέρεται σε κάτι που σχετίζεται με τα παιδιά ή έχει χαρακτηριστικά της παιδικής ηλικίας. Συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει συμπεριφορές ή στάσεις που είναι ανώριμες ή παιδικές, υποδηλώνοντας μια έλλειψη σοβαρότητας. Η λέξη χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτά κείμενα, αλλά είναι επίσης ακουστή στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε συμφραζόμενα που αναφέρονται στη συμπεριφορά ή χαρακτηριστικά ανθρώπων.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Su comportamiento pueril no es adecuado para su edad.
    (Η παιδική του συμπεριφορά δεν είναι κατάλληλη για την ηλικία του.)

  2. A veces, es bueno ser un poco pueril y disfrutar de la vida.
    (Κάποιες φορές, είναι καλό να είσαι λίγο παιδικός και να απολαμβάνεις τη ζωή.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "pueril" δεν σχηματίζει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει συγκεκριμένες συμπεριφορές ή καταστάσεις.

  1. Su risa pueril contagia a todos.
    (Το παιδικό του γέλιο μεταδίδει σε όλους.)

  2. A pesar de su edad, a veces tiene actitudes pueriles.
    (Παρά την ηλικία του, μερικές φορές έχει παιδικές στάσεις.)

  3. Evita comentarios pueriles en situaciones serias.
    (Αποφεύγει παιδικά σχόλια σε σοβαρές καταστάσεις.)

  4. Su enfoque pueril ante los problemas no le ayuda.
    (Η παιδική του προσέγγιση στα προβλήματα δεν τον βοηθάει.)

Ετυμολογία

Η λέξη "pueril" προέρχεται από το λατινικό "puerilis", που σημαίνει "παιδικός", το οποίο προέρχεται από "puer", που σημαίνει "αγόρι" ή "παιδί".

Συνώνυμα και Ανώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



23-07-2024