Η λέξη "pulgada" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/pulˈɣaða/
Η "pulgada" αναφέρεται σε μονάδα μέτρησης μήκους, ίση με το ένα δέκατο του ποδιού ή 2,54 εκατοστά. Στη γλώσσα Ισπανικά, χρησιμοποιείται κυρίως όταν αναφερόμαστε στις διαστάσεις αντικειμένων, όπως η οθόνη, έπιπλα, υφάσματα κ.λπ. Είναι μια συχνά χρησιμοποιούμενη λέξη τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά στην καθημερινή γλώσσα, ιδιαιτέρως σε τεχνικά και εμπορικά περιβάλλοντα.
Η οθόνη της τηλεόρασης έχει διάμετρο 55 ίντσες.
Necesito un tablero de 2 pulgadas de grosor.
Χρειάζομαι έναν πίνακα πάχους 2 ίντσες.
El papel de regalo viene en rollos de 30 pulgadas.
Είναι κοινό να μετρούμε σε ίντσες όταν πρόκειται για ξυλουργική.
Pulgada a pulgada.
Κατασκευάσαμε το έπιπλο ίντσα προς ίντσα.
Dar un paso de pulgada.
Η λέξη "pulgada" προέρχεται από το λατινικό "pollex", που σημαίνει "δάκτυλο" ή "δάχτυλο του χεριού". Στη διάρκεια της ιστορίας, η μονάδα μέτρησης "ίντσα" (inch στα αγγλικά) έχει συνδεθεί με το πλάτος του αντίχειρα.
Συνώνυμα: - inch (αγγλικά) - centímetro (όσον αφορά στη μέτρηση, αν και δεν είναι ακριβές συνώνυμο)
Αντώνυμα: - pie (πόδι, καθώς η ίντσα είναι μικρότερη μονάδα μέτρησης)
Αυτές οι πληροφορίες καλύπτουν τη λέξη "pulgada" με αναλυτικό και πλήρη τρόπο, συμπεριλαμβανομένων παραδειγμάτων και σχετικών χρήσεων.