Η λέξη "pulgar" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "pulgar" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι /pulˈɡaɾ/.
Η λέξη "pulgar" σημαίνει "αντίχειρας" στα ελληνικά και αναφέρεται στο μεγάλο δάχτυλο του χεριού που χρησιμοποιείται σε πολλούς τομείς της καθημερινής ζωής, όπως στη γραφή και την ψηφιακή αλληλεπίδραση. Στη γλώσσα των Ισπανικών, χρησιμοποιείται συχνά ορθογραφικά και σε γραπτά κείμενα, καθώς και στον προφορικό λόγο, ειδικά σε ιατρικά ή ανατομικά συμφραζόμενα.
Ο αντίχειρας είναι το πιο σημαντικό δάχτυλο του χεριού.
Él se lastimó el pulgar mientras jugaba al fútbol.
Η λέξη "pulgar" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
Ο νέος υπάλληλος είναι σαν αντίχειρας στο γραφείο μας.
Saber algo como el pulgar de una mano
Αυτή γνωρίζει τους κανόνες του παιχνιδιού σαν τον αντίχειρα του χεριού.
Dedo pulgar arriba
Η λέξη "pulgar" προέρχεται από το λατινικό "pollex", το οποίο σημαίνει "αντίχειρας".
"dedo grande" (μεγάλο δάχτυλο)
Αντώνυμα: