Ο όρος "puntal" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "puntal" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι [punˈtal].
Η λέξη "puntal" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να αναφερθεί σε ένα στήριγμα ή υποστύλωμα, γενικά σε κατασκευές ή σε ναυτικές εφαρμογές. Χρησιμοποιείται συχνά σε τεχνικά και ναυτικά πλαίσια, όπου απαιτείται σταθερότητα. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, με πιο κοινή χρήση σε γραπτά κείμενα ή τεχνικές αναφορές απ’ ό,τι στον προφορικό λόγο.
Το στήριγμα του πλοίου χρειάζεται τακτική συντήρηση.
Necesitamos instalar un puntal para reforzar la estructura.
Η λέξη "puntal" δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως μπορούμε να βρούμε κάποιες σχετικές.
Να είσαι το στήριγμα κάποιου.
Un puntal en la construcción.
Ένα στήριγμα στην κατασκευή.
El puntal de la organización.
Η λέξη "puntal" προέρχεται από το Ισπανικό ρήμα "punta" που σημαίνει "πιούν". Η ρίζα της λέξης συνδέεται με την έννοια της στήριξης ή ενίσχυσης.
Συνώνυμα: - soporte - apoyo - refuerzo
Αντώνυμα: - desestabilización - debilitamiento
Αυτές οι παράμετροι παρέχουν μια ολοκληρωμένη επισκόπηση της λέξης "puntal" και των συναφών εννοιών στα Ισπανικά και τα Ελληνικά.