Η λέξη "quebrado" είναι επίθετο και ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή (ΔΠΦ): [keˈβɾaðo]
Η λέξη "quebrado" στην ισπανική γλώσσα αναφέρεται σε κάτι που έχει σπάσει ή έχει υποστεί ζημιά. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα πλαίσια, όπως νομικά (προβλήματα χρέους), ιατρικά (τραυματισμοί), ή γενικά για φυσικά αντικείμενα. Είναι σχετικά συχνή στη χρήση, τόσο προφορικά όσο και γραπτά, αλλά μπορεί να εμφανίζεται πιο συχνά σε νομικά και οικονομικά κείμενα.
El vaso está quebrado.
(Το ποτήρι είναι σπασμένο.)
El contrato se encuentra quebrado por incumplimiento.
(Η σύμβαση είναι κατεστραμμένη λόγω πλημμελούς εκτέλεσης.)
Mis sueños se sienten quebrados después de la pérdida.
(Τα όνειρά μου φαίνονται σπασμένα μετά την απώλεια.)
Η λέξη "quebrado" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται κυρίως με συναισθηματικές ή ψυχολογικές καταστάσεις.
Estar quebrado emocionalmente.
(Να είσαι σπασμένος συναισθηματικά.)
Sentirse quebrado después de una decepción.
(Να νιώθεις σπασμένος μετά από μια απογοήτευση.)
Una empresa quebrada.
(Μια κατεστραμμένη επιχείρηση.)
Quiebra de expectativas.
(Σπασμένες προσδοκίες.)
Estar quebrado de tanto trabajar.
(Να είσαι σπασμένος από την πολλή δουλειά.)
Η λέξη "quebrado" προέρχεται από το ρήμα "quebrar," το οποίο σημαίνει "να σπάσει" ή "να καταρρεύσει." Το "quebrado" είναι το συμμετοχικό (participio) του ρήματος.