quedado - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

quedado (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "quedado" είναι ένα ειδικό επίθετο και μπορεί να λειτουργεί και ως παρελθοντικός participio του ρήματος "quedar".

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: [keˈðaðo]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "quedado" μπορεί να σημαίνει ότι κάτι ή κάποιος έχει μείνει ή απομείνει. Χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο και οι συχνότητες χρήσης ποικίλλουν ανάλογα με το πλαίσιο: στην καθημερινή ομιλία ή σε πιο επίσημα γραπτά κείμενα.

Παραδείγματα

  1. "Después de la fiesta, solo quedó el quedado."
    "Μετά το πάρτι, έμεινε μόνο η εγκατάλειψη."

  2. "No puedo creer que haya quedado tan cambiado."
    "Δεν μπορώ να πιστέψω ότι έχει μείνει τόσο αλλαγμένος."

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "quedado" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. "Estar quedado"
  2. Σημαίνει να είσαι άκαρδος ή να μην είσαι σχετικός με τις τρέχουσες τάσεις.
  3. "Ese chico está quedado, no sabe nada de moda."
    "Αυτός ο τύπος είναι άκαρδος, δεν ξέρει τίποτα για τη μόδα."

  4. "Quedado para el arrastre"

  5. Σημαίνει να είσαι πολύ κουρασμένος ή απογοητευμένος.
  6. "Después de ese día de trabajo, estoy quedado para el arrastre."
    "Μετά από αυτή την ημέρα δουλειάς, είμαι πολύ κουρασμένος."

  7. "Quedarse en el aire"

  8. Σημαίνει να μην ολοκληρωθεί κάτι ή να μείνει ασαφές.
  9. "La conversación se quedó en el aire sin resolver."
    "Η συζήτηση έμεινε ανοιχτή χωρίς λύση."

Ετυμολογία

Η λέξη "quedado" προέρχεται από το ρήμα "quedar", το οποίο έχει λατινικές ρίζες από τη λέξη "quedare".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Sobrante (περίσσευμα)
- Restante (υπόλοιπο)

Αντώνυμα:
- Saliente (εκπληρώνοντας, που φεύγει)
- Partiente (που αποχωρεί)



23-07-2024