Η φράση "quedarse tieso" είναι μια μετοχή ή μια σταθερή έκφραση στα Ισπανικά που χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει μια κατάσταση ή συμπεριφορά.
/keˈðas.tɾe ˈt̪je.s.o/
Η φράση "quedarse tieso" σημαίνει κυριολεκτικά "να μείνεις ακίνητος". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση στην οποία κάποιος παραμένει ξαφνικά σε μια στάση, είτε από έκπληξη είτε από φόβο. Συχνά χρησιμοποιείται στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να βρεθεί και σε γραπτά κείμενα.
Έμεινα ακίνητος όταν είδα την είδηση.
Al escuchar el trueno, los niños se quedaron tiesos.
Όταν άκουσαν την βροντή, τα παιδιά έμειναν ακίνητα.
Cuando entró el jefe, todos se quedaron tiesos en sus asientos.
Η φράση "quedarse tieso" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Έμεινα ακίνητος από τον φόβο.
Después de recibir la noticia, se quedó tieso como una estatua.
Μετά από τη λήψη της είδησης, έμεινε ακίνητος σαν άγαλμα.
El susto le hizo quedarse tieso por un momento.
Ο τρόμος τον έκανε να μείνει ακίνητος για μια στιγμή.
Cuando vio al oso, se quedó tieso y no supo qué hacer.
Όταν είδε την αρκούδα, έμεινε ακίνητος και δεν ήξερε τι να κάνει.
No puedo creer que te quedaras tieso al ver el regalo.
Η φράση "quedarse" προέρχεται από το ρήμα "quedar", το οποίο σημαίνει "να μένω" ή "να απομένω". Η λέξη "tieso" προέρχεται από τα λατινικά "rigidus", που σημαίνει "άκαμπτος" ή "σφιχτός".
Συνώνυμα: - quedarse inmóvil - quedar estatuado
Αντώνυμα: - moverse - actuar