Το "quero" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή: /ˈke.ɾo/
Η λέξη "quero" προέρχεται από το ρήμα "querer," που σημαίνει "να θέλω" ή "να επιθυμώ." Είναι η πρώτη ενικό πρόσωπο του ενεστώτα. Χρησιμοποιείται για να εκφράσει επιθυμία ή ανάγκη για κάτι και είναι συχνά χρησιμοποιούμενο στον προφορικό λόγο, αλλά και στο γραπτό πλαίσιο.
Θέλω να φάω πίτσα.
Quiero aprender español.
Θέλω να μάθω ισπανικά.
Quiero viajar a España.
Το "quero" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά. Ορισμένες από αυτές είναι:
Θέλω να μου πεις την αλήθεια.
Quiero que sepas lo que siento.
Θέλω να ξέρεις τι αισθάνομαι.
Quiero que vengas a la fiesta.
Θέλω να έρθεις στο πάρτι.
Aunque no quiero, tengo que hacerlo.
Παρόλο που δεν θέλω, πρέπει να το κάνω.
Quiero más tiempo para terminar el proyecto.
Η λέξη "quero" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "quaerere," που σημαίνει "να ζητάω" ή "να επιθυμώ."
Συνώνυμα: - desear (να επιθυμώ) - anhelar (να λαχταρώ)
Αντώνυμα: - rechazar (να απορρίψω) - negar (να αρνηθώ)