Η λέξη "quien" είναι αντωνυμία (pronombre relativo).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "quien" είναι /ˈkjɛn/.
Η λέξη "quien" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "ποιος" ή "ποια".
Η λέξη "quien" χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε ανθρώπους ή να ρωτήσει για την ταυτότητα ενός ατόμου. Συχνά χρησιμοποιείται σε ερωτήσεις και σχετικές προτάσεις. Είναι αρκετά κοινή στην Ισπανική γλώσσα, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και συναντάται συχνά στις ερωτήσεις και κείμενα που περιέχουν ερωτηματικά.
¿Quien viene a la fiesta?
(Ποιος έρχεται στο πάρτι;)
No sé quien lo hizo.
(Δεν ξέρω ποιος το έκανε.)
Η λέξη "quien" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις:
Quien ríe último, ríe mejor.
(Ποιος γελάει τελευταίος, γελάει καλύτερα.)
A quien todo le parece mal, nada le parece bien.
(Σε όποιον όλα του φαίνονται λάθος, τίποτα δεν του φαίνεται καλό.)
Quien no arriesga, no gana.
(Ποιος δεν ρισκάρει, δεν κερδίζει.)
Quien busca, encuentra.
(Ποιος ψάχνει, βρίσκει.)
A quien ayuda, no siempre se le agradece.
(Σε όποιον βοηθά, δεν ευχαριστείται πάντα.)
Η λέξη "quien" προέρχεται από τη λατινική λέξη "quin" που σημαίνει "ποιος", ενσωματώνοντας την έννοια της ταυτότητας.