Η λέξη "quieta" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή (IPA): /ˈkjeta/
Η λέξη "quieta" χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανικών για να περιγράψει κάτι ή κάποιον που είναι ήσυχος ή ήρεμος. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να συναντηθεί και σε γραπτά συμφραζόμενα.
La niña está tranquila y quieta.
(Η κοπέλα είναι ήσυχη και ήρεμη.)
En la biblioteca, todos deben estar quietos.
(Στη βιβλιοθήκη, όλοι πρέπει να είναι ήσυχοι.)
Η λέξη "quieta" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την ησυχία ή την ηρεμία.
Estar tranquila y quieta como una lombriz.
(Να είσαι ήρεμoς και ήσυχος σαν ένα σκουλήκι.)
Haz silencio y quédate quieta.
(Κάνε σιωπή και μείνε ήσυχη.)
A veces es mejor estar quieta que en movimiento.
(Μερικές φορές είναι καλύτερο να είσαι ήρεμη παρά σε κίνηση.)
Aunque la vida es caótica, debemos encontrar momentos para estar quietas.
(Αν και η ζωή είναι χαοτική, πρέπει να βρούμε στιγμές για να είμαστε ήρεμες.)
Η λέξη "quieta" προέρχεται από το λατινικό "quies", που σημαίνει "ηρεμία" ή "σιωπή".
serena (ηρεμία)
Αντώνυμα: