Ο όρος "quijada" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "quijada" στα διεθνή φωνητικά σύμβολα είναι: /kiˈxa.ða/
Η λέξη "quijada" μεταφράζεται στα ελληνικά ως "γνάθος" ή "σόγι" (εργαλείο κοπής τροφίμων, ειδικά στη ναυτική ορολογία).
Η λέξη "quijada" αναφέρεται στην γνάθο, τη δομή του προσώπου στα θηλαστικά που περιλαμβάνει τα οστά της κάτω γνάθου. Χρησιμοποιείται σε γενικές, ιατρικές και βιολογικές συνομιλίες. Η συχνότητα χρήσης της είναι μεγαλύτερη σε γραπτό λόγο, ιδίως σε ιατρικά ή επιστημονικά κείμενα. Στον προφορικό λόγο μπορεί να χρησιμοποιηθεί, αλλά όχι τόσο συχνά.
El médico examinó la quijada del paciente.
(Ο γιατρός εξέτασε την γνάθο του ασθενούς.)
La quijada de los animales varía según la especie.
(Η γνάθος των ζώων ποικίλλει ανάλογα με το είδος.)
En la cirugía maxilofacial, se corrigen problemas en la quijada.
(Στη χειρουργική του άνω και κάτω γνάθου, διορθώνονται προβλήματα στη γνάθο.)
Η λέξη "quijada" δεν χρησιμοποιείται πολύ σε ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά, αλλά υπάρχουν κάποιες εκφράσεις που σχετίζονται με τη γνάθο και μπορούν να συνοδευτούν από περιγραφές:
El resultado del partido me hizo caer de la quijada.
(Το αποτέλεσμα του αγώνα με έκανε να πέσω από την γνάθο.)
"Quijada de cerdo" - Αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο κομμάτι κρέατος και είναι δημοφιλές στη μαγειρική.
Preparan un guiso con quijada de cerdo deliciosa.
(Ετοιμάζουν ένα νόστιμο στιφάδο με γνάθο χοίρου.)
"Reírse hasta la quijada" - Σημαίνει να γελάς πολύ, τόσο που πονάει η γνάθος.
Η λέξη "quijada" προέρχεται από το λατινικό "c₂huadĭ", που σημαίνει γνάθος ή σαγόνι.
Συνώνυμα:
- mandíbula (γνάθος)
- maxilar (άνω γνάθος)
Αντώνυμα:
Η "quijada" δεν έχει άμεσα αντώνυμα, καθώς αναφέρεται σε συγκεκριμένη δομή του σώματος. Ωστόσο, σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα, μπορούμε να σχετίσουμε την γνάθο με άλλες δομές του προσώπου (όπως το "hueso frontal" - μέτωπο) που δεν σχετίζονται άμεσα ως αντίθετα.