quiniela - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

quiniela (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "quiniela" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

[kinjeˈla]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η "quiniela" αναφέρεται σε ένα είδος στοιχηματισμού, κυρίως στη Λατινική Αμερική, όπου οι παίκτες προβλέπουν τα αποτελέσματα αγώνων (συνήθως ποδοσφαίρου). Οι παίκτες επιλέγουν ποια ομάδα θα κερδίσει ή αν θα υπάρξει ισοπαλία. Χρησιμοποιείται συχνά σε προφορική και γραπτή γλώσσα, ιδίως σε αθλητικά και τυχερά παιχνίδια.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. "Hoy voy a jugar la quiniela para el partido de fútbol."
    "Σήμερα θα παίξω το κουπόνι για τον ποδοσφαιρικό αγώνα."

  2. "La quiniela se volvió muy popular en Argentina."
    "Η κουπονιέρα έγινε πολύ δημοφιλής στην Αργεντινή."

  3. "Gané con la quiniela esta semana."
    "Κέρδησα με το κουπόνι αυτή την εβδομάδα."

Ιδιωματικές εκφράσεις

  1. "Tirar la quiniela."
    "Να ρίξεις το κουπόνι." (σημαίνει να συμμετέχεις σε στοιχήματα)

  2. "No estoy en la quiniela."
    "Δεν είμαι στο κουπόνι." (σημαίνει ότι κάποιος δεν έχει πιθανότητες νίκης ή συμμετοχής)

  3. "Hacer una quiniela con los amigos."
    "Να κάνεις ένα κουπόνι με τους φίλους." (σημαίνει να στοιχηματίσεις μαζί με άλλους)

  4. "La suerte está echada, ya hice mi quiniela."
    "Η τύχη έχει κριθεί, ήδη έκανα το κουπόνι μου."

  5. "Perdí mi inversión en la quiniela."
    "Εχασε την επένδυσή μου στο κουπόνι."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "quiniela" προέρχεται πιθανώς από το ιταλικό "quini" που σημαίνει "δύο", συνδυάζοντας το στοιχείο του τζόγου με την πρόβλεψη για τους αγώνες.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - στοίχημα - τζόγος

Αντώνυμα: - σιγουριά - επιτυχία χωρίς στοιχήματα



23-07-2024