racimo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

racimo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "racimo" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/raˈsimo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "racimo" χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει μια μάζα ή συστάδα από πράγματα που είναι συγκεντρωμένα μαζί, όπως σταφύλια ή λουλούδια. Στο πεδίο της βοτανικής, αναφέρεται σε σταφύλια ή άλλες ομάδες καρπών. Στην αρχιτεκτονική, μπορεί να αναφέρεται σε ομάδες μορφών ή στοιχείων που είναι συγκεντρωμένα σε μια δομή.

Η λέξη είναι σχετικά συχνή στη χρήση της, και χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο, αλλά και σε γραπτές περιγραφές.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. Los racimos de uvas son muy dulces.
  2. Τα τσαμπιά σταφυλιών είναι πολύ γλυκά.

  3. En el jardín hay un racimo de flores hermosas.

  4. Στον κήπο υπάρχει ένα μπουκέτο όμορφων λουλουδιών.

  5. El arquitecto diseñó un racimo de columnas en la entrada.

  6. Ο αρχιτέκτονας σχεδίασε ένα σύνολο κολώνων στην είσοδο.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "racimo" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως για να περιγράψει καταστάσεις ή ομάδες στοιχείων. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:

  1. Hacer un racimo de ideas.
  2. Να δημιουργήσεις μια μάζα ιδεών.
  3. Αυτή η έκφραση αναφέρεται στη διαδικασία της συγκέντρωσης πολλών ιδεών μαζί.

  4. Un racimo de emociones.

  5. Ένα τσαμπί συναισθημάτων.
  6. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια έντονη συναισθηματική κατάσταση.

  7. Ver un racimo de estrellas en el cielo.

  8. Να δεις ένα μπουκέτο αστέρων στον ουρανό.
  9. Αναφέρεται σε ένα μεγάλο αριθμό αστεριών που φαίνονται τη νύχτα.

  10. Recoger un racimo de recuerdos.

  11. Μαζεύω μια μάζα αναμνήσεων.
  12. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία ανάκλησης παλιών αναμνήσεων.

Ετυμολογία

Η λέξη "racimo" προέρχεται από το λατινικό "racemus," που σημαίνει "στάφυλο" ή "μάζα."

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - grupo (ομάδα) - conjunto (σύνολο)

Αντώνυμα: - separación (χωρισμός) - dispersión (διάσπαση)



22-07-2024