rebalsarse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

rebalsarse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου: ρήμα

Φωνητική μεταγραφή: reβalˈsaɾse

Χρήση στα Ισπανικά: Το ρήμα "rebalsarse" χρησιμοποιείται στα Ισπανικά για να δηλώσει το να αντισταθεί κάποιος ή να εξεγερθεί κατά κάτι.

Παραδειγματικές προτάσεις: 1. Los estudiantes se rebalsaron contra las nuevas reglas de la escuela. 2. Es importante no rebalsarse ante la injusticia.

Ετυμολογία: Η λέξη "rebalsarse" προέρχεται από το ρήμα "rebelarse", που σημαίνει "εξεγείρομαι" ή "επαναστατώ".

Συνώνυμα: sublevarse, resistirse, oponerse

Αντώνυμα: someterse, conformarse