Η λέξη "recambio" χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανικών για να περιγράψει την έννοια ενός ανταλλακτικού μέρους ή μιας αντικατάστασης. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αναφέρεται σε ανταλλακτικά μέρη για μηχανές ή οχήματα, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε πιο γενικές έννοιες για τη διαδικασία αντικατάστασης κάποιου στοιχείου ή ιδέας. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή, κυρίως στο γραπτό πλαίσιο, αλλά και σε προφορικές συζητήσεις, ειδικά σε τεχνικά ή απλά εμπορικά συμφραζόμενα.
Necesito un recambio para mi coche.
Χρειάζομαι ένα ανταλλακτικό για το αυτοκίνητό μου.
El recambio de piezas es fundamental para el mantenimiento.
Η αντικατάσταση των εξαρτημάτων είναι θεμελιώδης για τη συντήρηση.
Η λέξη "recambio" εμφανίζεται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις που αναφέρονται κυρίως στη διαδικασία αντικατάστασης ή εναλλαγής.
A falta de pan, buenas son recambios.
Όταν λείπει το ψωμί, οι ανταλλαγές είναι καλές. (Σημαίνει ότι σε έλλειψη του καλύτερου, πρέπει να ικανοποιηθούμε με το υπολοιπόμενο.)
El recambio es esencial en la vida.
Η εναλλαγή είναι απαραίτητη στη ζωή. (Εδώ αναφέρεται στη σημασία να υιοθετήσουμε αλλαγές και αντικαταστάσεις στη ζωή μας.)
Cada recambio trae una nueva oportunidad.
Κάθε αντικατάσταση φέρνει μια νέα ευκαιρία. (Δηλώνει ότι κάθε φορά που αλλάζουμε κάτι, ανοίγονται νέοι δρόμοι.)
Η λέξη "recambio" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "cambiare", που σημαίνει "να αλλάξω". Το πρόθεμα "re-" υποδηλώνει επανάληψη ή επιστροφή, έτσι ώστε η έννοια είναι αυτή της αλλαγής ή αντικατάστασης ενός στοιχείου.
pieza de repuesto (ανταλλακτικό)
Αντώνυμα: