Η λέξη "reciclaje" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): /reθiˈklaχe/
Η λέξη "reciclaje" αναφέρεται στην διαδικασία της ανακύκλωσης, δηλαδή στην επανεπεξεργασία υλικών ώστε να μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν ξανά αντί να καταλήξουν ως σκουπίδια. Στη γλώσσα των Ισπανικών, χρησιμοποιείται κυρίως σε οικονομικά, περιβαλλοντικά και γεωγραφικά συμφραζόμενα. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, καθώς η έννοια της ανακύκλωσης είναι σχετική με τη σύγχρονη περιβαλλοντική πολιτική. Χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο, αλλά είναι κοινή και στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε συζητήσεις γύρω από την οικολογία.
Η πρακτική της ανακύκλωσης είναι θεμελιώδης για την προστασία του περιβάλλοντος.
El reciclaje de plástico reduce la contaminación en los océanos.
Η ανακύκλωση του πλαστικού μειώνει τη ρύπανση στους ωκεανούς.
El gobierno está promoviendo el reciclaje en todas las escuelas.
Η λέξη "reciclaje" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Η ανάκτηση παλαιών ιδεών μπορεί να οδηγήσει σε εκπληκτικές καινοτομίες.
"Reciclaje emocional"
Είναι σημαντική η συναισθηματική ανακύκλωση για να αντιμετωπίσουμε νέες προκλήσεις.
"Reciclaje de materiales"
Η λέξη "reciclaje" προέρχεται από το ρήμα "reciclar", το οποίο σχηματίζεται προσθέτοντας το πρόθεμα "re-" (που σημαίνει επανάληψη) στο ρήμα "ciclar" (που σχετίζεται με την κυκλικότητα), προερχόμενο από το λατινικό "cyclus", που σημαίνει κύκλος.
Συνώνυμα: - Reutilización (επαναχρησιμοποίηση) - Recuperación (ανάκτηση)
Αντώνυμα: - Desperdicio (σπατάλη) - Desecho (απόβλητο)