Το "retirarse" είναι ρήμα.
/retiˈɾaɾse/
Το ρήμα "retirarse" χρησιμοποιείται στη ισπανική γλώσσα για να δηλώσει την ενέργεια της αποχώρησης από κάποιον χώρο ή κατάσταση. Επίσης, μπορεί να σημαίνει την απόσυρση από δραστηριότητες ή την αποχώρηση από το επαγγελματικό περιβάλλον, όπως στην περίπτωση της συνταξιοδότησης. Η συχνότητα χρήσης του είναι μέτρια έως υψηλή και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό πλαίσιο, αλλά περισσότερο σε πιο επίσημες συζητήσεις.
Θα αποχωρήσω από τη συνάντηση.
Después de muchos años trabajando, decidió retirarse.
Μετά από πολλά χρόνια εργασίας, αποφάσισε να αποσυρθεί.
Necesito un tiempo para retirarme y reflexionar.
Η λέξη "retirarse" χρησιμοποιείται και σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά:
Σημαίνει να φεύγεις ή να αποσύρεσαι πριν να είναι αργά.
Retirarse a la vida privada.
Χρησιμοποιείται όταν κάποιος αποχωρεί από δημόσιες δραστηριότητες ή επαγγέλματα.
Retirarse con dignidad.
Αντικατοπτρίζει την ιδέα του να αποχωρεί κάποιος χωρίς να εκτίθεται ανεπανόρθωτα.
No sabes cuándo retirarte.
Η λέξη "retirarse" προέρχεται από το λατινικό "retirare", που σημαίνει "να αποσύρω ή να φέρω πίσω".
alejarse (απομακρύνομαι)
Αντώνυμα: