«Retomar» είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: /re.to.ˈmaɾ/
Η λέξη «retomar» στην ισπανική γλώσσα σημαίνει την πράξη του να επιστρέφεις ή να αναλαμβάνεις ξανά κάτι που έχει διακοπεί ή παραμεληθεί, όπως μια δραστηριότητα, μια συζήτηση ή μια μελέτη. Είναι κοινώς χρησιμοποιούμενος όρος και συναντάται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο με σχετική συχνότητα.
Πρόκειται να ξαναπιάσω το έργο που αφήσαμε στη μέση.
Después de un largo descanso, decidí retomar mis estudios.
Η λέξη «retomar» χρησιμοποιείται επίσης σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά:
Ξαναπαίρνω τον έλεγχο.
Retomar la rutina.
Ξαναρχίζω τη ρουτίνα.
Retomar una amistad.
Ξαναπηγαίνω μια φιλία.
Retomar un tema.
Ξαναπιάνω ένα θέμα.
Retomar el camino.
Ξαναπαίρνω τον δρόμο.
Retomar la conversación.
Η λέξη «retomar» προέρχεται από το πρόθεμα «re-», που δηλώνει την επανάληψη, και τη ρίζα «tomar», που σημαίνει «παίρνω» ή «λαμβάνω».
Συνώνυμα: - Reanudar - Recuperar - Retomar
Αντώνυμα: - Abandonar - Descartar - Dejar
Ελπίζω οι παραπάνω πληροφορίες να σας φανούν χρήσιμες!