retrasar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

retrasar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "retrasar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): /re.tɾaˈsaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "retrasar" χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανικών για να δηλώσει την καθυστέρηση ή την αναβολή ενός γεγονότος ή μιας ενέργειας. Η λέξη χρησιμοποιείται σε διάφορα πλαίσια, όπως στους τομείς των μεταφορών, των ραντεβού, και της οικονομίας όταν υπάρχουν καθυστερήσεις στην παράδοση αγαθών ή υπηρεσιών. Εμφανίζεται συχνά και στις καθημερινές συνομιλίες, γι' αυτό είναι γνωστή και χρησιμοποιείται και στους δύο τύπους λόγου (προφορικό και γραπτό).

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El tren va a retrasar su salida por problemas técnicos.
    (Ο τρένος θα καθυστερήσει την αναχώρησή του λόγω τεχνικών προβλημάτων.)

  2. Necesitamos retrasar la reunión porque no todos podrán asistir.
    (Πρέπει να αναβάλουμε τη συνάντηση γιατί δεν μπορούν όλοι να παραστούν.)

  3. El proyecto se retrasará debido a la falta de fondos.
    (Το έργο θα καθυστερήσει λόγω έλλειψης χρημάτων.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "retrasar" χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Retrasar el tiempo: se refiere a tomar más tiempo del previsto.
    (Καθυστερώ το χρόνο: αναφέρεται στο να παίρνω περισσότερο χρόνο από ό,τι προβλεπόταν.)

Ejemplo: La entrega del paquete está retrasando el tiempo de espera para los clientes.
(Η παράδοση της συσκευασίας καθυστερεί τον χρόνο αναμονής για τους πελάτες.)

  1. Retrasar la decisión: significa evitar tomar una decisión inmediata.
    (Καθυστερώ την απόφαση: σημαίνει να αποφεύγω να πάρω μια άμεση απόφαση.)

Ejemplo: No quiero retrasar la decisión, pero necesito más información.
(Δεν θέλω να καθυστερήσω την απόφαση, αλλά χρειάζομαι περισσότερες πληροφορίες.)

  1. Retrasar el plan: implica postponing a planned action or event.
    (Καθυστερώ το σχέδιο: υπονοεί την αναβολή μιας προγραμματισμένης δράσης ή γεγονότος.)

Ejemplo: Las condiciones meteorológicas nos obligan a retrasar el plan de viaje.
(Οι μετεωρολογικές συνθήκες μας υποχρεώνουν να καθυστερήσουμε το σχέδιο ταξιδιού.)

Ετυμολογία

Η λέξη "retrasar" προέρχεται από το ρηματικό σχήμα "trasar" (που σημαίνει "να βάζεις πίσω") με την προσθήκη του προθέματος "re-", το οποίο υποδηλώνει επανάληψη ή επιστροφή. Το "trasar" σχετίζεται με τη λέξη "tras", που σημαίνει "πίσω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Demorar - Aplazar - Posponer

Αντώνυμα: - Adelantar - Avanzar - Proseguir



22-07-2024