Revestir είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή: /reβesˈtir/
Η λέξη revestir στα Ισπανικά σημαίνει να καλύπτεις ή να ντύνεις κάτι, συχνά σε σχέση με υλικά ή κατασκευές. Χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς, όπως η αρχιτεκτονική, η ιατρική (π.χ. επικάλυψη πληγών) και η βιομηχανία. Η χρήση της μπορεί να είναι πιο συχνή σε γραπτό λόγο, ειδικά σε τεχνικά ή επιστημονικά κείμενα, αν και και σε προφορικό λόγο οι χρήσεις είναι συχνά κατανοητές.
Ο γιατρός αποφάσισε να καλύψει την πληγή για να την προστατέψει.
El arquitecto quiere revestir el edificio con un nuevo material.
Ο αρχιτέκτονας θέλει να ντύσει το κτίριο με νέο υλικό.
Es importante revestir los cables para evitar accidentes.
Η λέξη revestir δεν είναι πολύ συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται σε αρκετές περιπτώσεις που αφορούν την ιδέα της κάλυψης ή της προστασίας:
Η συζήτηση προσέδωσε σημασία στο θέμα της κλιματικής αλλαγής.
Revestir un papel.
Αυτή έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην οργάνωση της εκδήλωσης.
Revestir de propiedad.
Το ρήμα revestir προέρχεται από το λατινικό revestīre, που σημαίνει "να ντύσεις ξανά". Αποτελείται από το πρόθεμα "re-" που σημαίνει "ξανά" και το ρήμα "vestir" που σημαίνει "ντύνω".
Συνώνυμα: - cubrir (καλύπτω) - forrar (επικαλύπτω)
Αντώνυμα: - descubrir (αποκαλύπτω) - despojar (αφαιρώ)
Αυτές οι πληροφορίες παρουσιάζουν την κατανόηση και τη χρήση της λέξης revestir στα Ισπανικά, παρέχοντας ένα πλούσιο πλαίσιο για την αξιολόγηση και κατανόηση της στην ελληνική γλώσσα.